υποτυπωτικως

υποτυπωτικως
    ὑποτυπωτικῶς
    ὑπο-τῠπωτικῶς
    в общих чертах, суммарно
    

(ἐφοδεύειν τι Sext.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "υποτυπωτικως" в других словарях:

  • υποτυπωτικώς — Α επίρρ. βλ. ὑποτυπωτικός …   Dictionary of Greek

  • ὑποτυπωτικῶς — ὑποτυπωτικός by way of outline adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποτυπωτικός — ή, όν, Α [ὑποτυπῶ] πολύ συνοπτικός, περιληπτικός. επίρρ... ὑποτυπωτικῶς Α περιληπτικά, συνοπτικά …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»